υπερανοικίζομαι

υπερανοικίζομαι
Μ
μετοικώ προς το εσωτερικό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ-* + ἀνοικίζομαι «μεταναστεύω στο εσωτερικό χώρας»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”